του Πιέρρου Τζανετάκου

«Διαύγεια, άρνηση, ειρωνεία και επιμονή» είναι σύμφωνα με τον Αλμπέρ Καμύ τα μέσα για να παραμείνει ένας δημοσιογράφος ανεξάρτητος και να ασκεί απρόσκοπτα το λειτούργημα της ενημέρωσης. Αυτό προκύπτει από το κείμενο του Γαλλοαλγερινού συγγραφέα «Μανιφέστο του ελεύθερου δημοσιογράφου», γραμμένο το 1939 για την εφημερίδα «LeSoir Republicain», αλλά δημοσιευμένο πολλά χρόνια μετά το θάνατό του (το 2013 στη Le Monde), καθώς λογοκρίθηκε από τις αποικιοκρατικές αρχές στην Αλγερία του Μεσοπολέμου.
Διαύγεια ως καθαρή, αντικειμενική ματιά στα τεκταινόμενα. Άρνηση ως επιλογή του τι προτάσσει κανείς στη δημοσιότητα και τι όχι. Ειρωνεία ως το μέσο που χτυπά τους ισχυρούς και αυτοί «πονάνε». Επιμονή ως συνεχής προσπάθεια ανάδειξης όσων οι κατέχοντες την εξουσία προσπαθούν να κρατήσουν κρυμμένα κάτω από το χαλί. Παρότι στο δυτικό κόσμο του 21ου αιώνα δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν παραλληλισμοί με την προπολεμική, αλλά και την ψυχροπολεμική καταστολή των ελευθεριών σε όλα τα πεδία της έκφρασης, τα μηνύματα του Καμύ, ο οποίος εργάστηκε για χρόνια και ως δημοσιογράφος, παραμένουν επίκαιρα.
Σήμερα οι καταναγκασμοί σε βάρος της ελεύθερης δημοσιογραφίας ποικίλλουν και διαφέρουν: Ξεκινούν από την ανάγκη της ταχύτητας. Διαχέονται μέσω της υπερπροσπάθειας διαχείρισης του παγκόσμιου ορυμαγδού πληροφοριών. Λαμβάνουν απτή μορφή στη διαδικασία εμπορικοποίησης της είδησης. Και φυσικά εξυπηρετούν κάθε είδους λαϊκισμό, υπηρετώντας όμως παράλληλα, ανοίκεια- και πάντα οικονομικά- συμφέροντα.
Χρονιά γεμάτη πολιτικά γεγονότα το 2015 με την Ελλάδα- ευτυχώς ή δυστυχώς- να βρίσκεται στο δημοσιογραφικό επίκεντρο σε οικουμενικό επίπεδο. Κάτι ανάλογο φαίνεται πως θα συμβεί και το 2016. Για το έτος που φεύγει και ως έλληνες δημοσιογράφοι δεν θα πρέπει να είμαστε υπερήφανοι όσον αφορά τον τρόπο κάλυψης της «ειδησεογραφίας». Από όποια πλευρά και να το δει κανείς. Είτε επιλέξει κάποιος να κρίνει την απρόσκοπτη οικονομική τρομολαγνεία των ατέρμονων διοριών, υπό τις απειλές του επερχόμενου ερέβους, είτε προτιμήσει να καταγγείλει την άκριτη και σε βαθμό αποστήθισης αναπαραγωγή δήθεν φιλολαϊκών κυβερνητικών απόψεων, θα έχει το δίκιο με το μέρος του. Η υπερβολή στον τρόπο παρουσίασης των ειδήσεων και η- χωρίς δεύτερη σκέψη- χρήση όρων που παραπέμπουν σε άλλες εποχές και σκληρά καθεστώτα εκθέτουν ανεπανόρθωτα αμφότερες τις πλευρές. Ενδεχομένως να πετυχαίνουν το στόχο τους, που δεν είναι άλλος από τη δημιουργία της πολυπόθητης και όσο το δυνατόν ευρύτερης εμπορικής αντιπαράθεσης. Λειτουργούν, όμως, και ως πολιορκητικοί κριοί εναντίον του συλλογικού υποσυνείδητου: Διαβρώνουν την κριτική ικανότητα, αναπαράγουν τον συναισθηματικό υπόκοσμο και σε τελική ανάλυση στερούν από τον πολίτη το συνταγματικό δικαίωμα της ενημέρωσης.
Είναι πολλά που λείπουν από την ελληνική δημοσιογραφία σήμερα. Κυριότερο όλων, η επιστημονική προσέγγιση των πολύπλοκων ζητημάτων της επικαιρότητας. Αυτή θυσιάζεται αβίαστα στο βωμό της ταχύτητας, κατατροπώνεται από τη μανιώδη ζήτηση της ατάκας. Από την άλλη, πολλά είναι και αυτά που περισσεύουν. Σημαντικότερο, η εγγενής ροπή προς τη λαϊκίστικη εξύψωση της επιλεγμένης είδησης, η ανάδειξη της οποίας ευτελίζει ακόμα περισσότερο την όποια αξία κατέχει στις μέρες μας η δημόσια σφαίρα. Εντός αυτού του παθογενούς πλαισίου και εν όψει των επερχόμενων τεκτονικών γεγονότων που πρόκειται να συμβούν τόσο κατά τη διάρκεια του νέου έτους όσο και αργότερα, το τετράπτυχο του Καμύ «διαύγεια, άρνηση, ειρωνεία και επιμονή» αποτελεί ακόμα και τώρα, μετά 77 χρόνια, ένα πραγματικό μάθημα δημοσιογραφίας.